- έκσκηνος
- ἔκσκηνος, -ον (Α)1. θεατρ. αυτός που βρίσκεται έξω από τη σκηνή2. συνεκδ. αυτός που βρίσκεται έξω από την επίδραση κάποιου3. αστρον. «ἔκσκηνοι ἡλίου» — έξω από την περιοχή επιδράσεως ή ακτινοβολίας τού ηλίου (Σέξτ. Εμπ.).
Dictionary of Greek. 2013.